ΝΕΑ ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ (ΠΕΡΙ ΗΣΥΧΙΑΣ) -- Αθωνικά άνθη

Χριστού του πράγματι αγαθού και υπεράγαθου τις ευεργετικές θείες ακτίνες δεχόμενοι μέσα στην ησυχία, προς αυτές πρέπει να κινηθούμε για να φωταγωγηθούμε με αγαθές πράξεις.                                            Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Migne,  PC 3, st.  1085.

Πρέπει να προσπαθούμε για να έχουμε τον νουν σε ησυχία. Όπως όταν τα μάτια περιφέρονται συνεχώς, πότε μεν στα πλάγια κινούμενα, πότε δε προς τα επάνω και κάτω διαρκώς στρεφόμενα, δεν είναι δυνατόν να δουν το αντικείμενο καθαρά, αλλά πρέπει να στερεώσει κανείς το βλέμμα επάνω στο βλεπόμενον, αν θέλει να το δει με καθαρότητα, έτσι και ο νους του ανθρώπου, είναι αδύνατο να ατενίσει την αλήθεια με ζωηρότητα, αν έλκεται από πολλές εγκόσμιες φροντίδες…   
                                        
Αλλά αναχώρηση από τον κόσμο δεν σημαίνει να εξέλθει κανείς σωματικά απ΄ αυτόν, αλλά να διακόψει την συμπάθεια που έχει η ψυχή στο σώμα, ώστε να γίνει άπολης, άοικος, ανίδιος, χωρίς φίλο, ακτήμονας φτωχός, απράγμονας, χωρίς συναλλαγές, αμαθής των ανθρώπινων διδαγμάτων· να είναι παρασκευασμένος να υποδεχθεί στην καρδιά του έντονα τα ίχνη της θείας διδασκαλίας που θα ακολουθήσει. Προετοιμασία της καρδίας, σημαίνει την απομάθηση των όσων την εδούλωσαν με τις αμαρτωλές συνήθειες. Άλλωστε δεν είναι δυνατό να γράψει κανείς επάνω στο κερί, εάν προηγουμένως δεν το λειάνει από τα προηγούμενα σχήματα. Ούτε επίσης είναι δυνατό να γραφούν στην ψυχή τα θεία δόγματα, αν προηγουμένως δεν καθαρισθούν απ΄ αυτήν, όσες πλανεμένες διδασκαλίες είχαν κολλήσει με την συνήθεια. Αλλά για να διευκολυνθεί η προσπάθεια, πολύ ωφέλεια προκαλεί η ερημία, που κατευνάζει τα πάθη και έτσι επιτρέπει στον έμφυτο λόγο να τα εκριζώσει από την ψυχή. Όπως τα θηρία, όταν είναι κάπως παγωμένα νικώνται ευκολώτερα, έτσι και οι επιθυμίες, οι οργές, οι φόβοι και οι λύπες, αυτά τα δηλητηριώδη κακά της ψυχής, όταν κατευνασθούν μέσα στην ησυχία και δεν εξαγριώνονται με τους συνεχείς ερεθισμούς, με την δύναμη του λόγου νικώνται πιο εύκολα. Ας είναι λοιπόν ο τόπος τέτοιος, όπως είναι και ο δικός μου (δηλ. ο ποταμός Ίρις, που ησκείτο ο Μ. Βασίλειος), ελεύθερος από την κοινωνική ζωή, ώστε να μη διακόπτεται η συνέχεια της ασκήσεως από κανένα άνθρωπο. Στην ευσεβή άσκηση η ψυχή στρέφεται με θεία διανοήματα. Ποιο είναι λοιπόν πιο μακάριο από το να μιμήται κανείς στη γη τους αγγελικούς χορούς: Μόλις αρχίσει η αυγή να τρέχει με πόθο κανείς στις προσευχές και με ύμνους και ωδές να δοξάζει τον δημιουργό; Ύστερα όταν ανατείλει ο ήλιος, να επιδίδεται στα σωματικά έργα, ενώ αδιαλείπτως θα ενεργεί την «ευχή» και με τους ύμνους θα νοστιμίζει, σαν το αλάτι, τις εργασίες του; Γιατί την ευφροσύνη και άλυπη κατάσταση της ψυχής εξασφαλίζει η παρηγορία από τους ύμνους. Η ησυχία λοιπόν είναι αρχή καθάρσεως της ψυχής, που ούτε η γλώσσα λέει ματαιολογίες, ούτε τα μάτια βλέπουν με περιέργεια ωραία πρόσωπα και καλλίγραμμα σώματα, ούτε τα αυτιά ακούουν μελωδίες συνθεμένες για να προκαλούν ηδονή, που αφαιρεί την σωφροσύνη της ψυχής, ούτε ευτράπελα λόγια ανθρώπων γελοιοποιών, αυτά που κυρίως παραλύουν την ψυχή. Ο νους που δεν σκορπίζεται προς τα έξω, ούτε διαχύνεται προς τον κόσμο δια μέσου των αισθήσεων του σώματος, πρώτα μεν γυρίζει στον εαυτόν του· δια του εαυτού του ανεβαίνει σε νοήματα περί Θεού· και μέσα στο κάλλος των νοημάτων όλος φωτιζόμενος, λησμονάει και αυτήν την φύση. Γιατί (σ΄ αυτή την κατάσταση) ούτε για τροφή φροντίζει, ούτε η ψυχή έλκεται προς τα κάτω από μέριμνες για ενδύματα, αλλά ευρισκόμενος ελεύθερος από γήϊνες φροντίδες, έχει στρέψει όλο το ενδιαφέρον του στην απόκτηση των αιωνίων αγαθών. Δηλαδή πως θα αποκτήσει την σωφροσύνη και την ανδρεία, την δικαιοσύνη και την φρόνηση και τις λοιπές αρετές, όσες υποδιαιρούνται στις γενικές αυτές, που πρέπει ο χριστιανός να εκτελεί στον βίο του.                                                                                     
Μ, Βασιλείου, Γρηγορίω. MignePC  32,  224- 228.

Aλλά την ποικιλία των λουλουδιών ή των ωδικών πουλιών, ας τα θαυμάζουν άλλοι· εγώ δεν έχω χρόνο να αφήνω τον νου μου σ΄ αυτά. Εκείνο το εξαιρετικό που έχουμε στον τόπο αυτό είναι, ότι ενώ αποδεικνύεται κατάλληλο για οποιαδήποτε καρποφορία, λόγω της θέσεώς του, σε μένα είναι γλυκύτερον απ΄ όλους τους καρπούς η ησυχία, που τρέφει ο τόπος. Γιατί όχι μόνο είναι απηλλαγμένος από τους θορύβους των πόλεων, αλλά και διότι ούτε περαστικός δεν πλησιάζει εδώ, πλην των κυνηγών.                                                                                 Μ, Βασιλείου, Γρηγορίω εταίρω,  MignePC  32,  227.  

Φεύγει από τον κόσμο μαζί μου για τον Πόντο (ο Μ. Βασίλειος), και διευθύνει εκεί τα ασκητήρια. Αυτός όμως κάμνει κάτι αξιομνημόνευτο και προτιμάει την έρημο σαν τον προφήτην   Ηλίαν και τον Πρόδρομον Ιωάννην, τους αληθινούς φιλοσόφους. Γιατί την έρημο εθεώρησε για τον εαυτό του περισσότερο ωφέλιμη, παρά να σκεφθεί για τα παρόντα, ως ανάξια της φιλοσοφίας του και να διαφθείρει μέσα στην ζάλη του κόσμου την διακυβέρνηση των λογισμών του στην γαλήνη της ησυχίας.    
Γρηγορίου Θεολόγου, Επιτάφιος, MignePC  36,  536.

Είναι απαραίτητο να ησυχάζει κανείς και να επαναφέρει τον νου από τον σκορπισμό στα διάφορα πράγματα, ώστε να μπορεί να ενώνεται με τον Θεόν με διαύγεια. Η μακρυά από μέριμνες ησυχία, είναι πιο πολύτιμη από τις εξωτερικές δραστηριότητες.   

Γρηγορίου Θεολόγου, MignePC  95,  1245.     


Η ησυχία είναι ωφέλιμη, γιατί εκείνο που βλάπτει δεν βλέπεται, κι΄ εκείνο που δεν βλέπεται δεν διαβαίνει στην διάνοια. Εκείνο δε που δεν υπάρχει στην διάνοια δεν κινεί την φαντασία δια της μνήμης· και εκείνο που δεν κινεί την μνήμη, δεν ερεθίζει το πάθος· αφού το πάθος δεν κινείται, η ψυχή έχει βαθειά γαλήνη και ειρήνη. Γι΄ αυτό και ο Μωϋσής ο σοφώτατος, αν και είχε την επιμέλεια και την φροντίδα του λαού των Ιουδαίων, έστηνε την σκηνή του έξω από τα πλήθη σε απομακρυσμένους τόπους, για ν΄ αποφύγει, όσο το δυνατό, τις ενοχλήσεις και για να έχει ήσυχους τους λογισμούς, ώστε να σκέπτεται με γνώση όσα είναι χρήσιμα στην ψυχή. Γι΄ αυτό το λόγο ο Ιησούς του Ναυή δεν έβγαινε από την σκηνή του, αποφεύγων έτσι την βλάβη από την μη απαραίτητη θέα των εξωτερικών πραγμάτων. Γι΄ αυτό και ο Ηλίας και ο Ελισσαίος, άφησαν την Ιουδαία και κατοίκησαν στο όρος Κάρμηλος. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής επίσης, εγκατέλειψε τα Ιεροσόλυμα και ζούσε στην έρημο του Ιορδάνου. Και ο Ιερεμίας, παρ΄ ότι ήταν υποχρεωμένος να ευρίσκεται μεταξύ του λαού για να προφητεύει, όμως μη υποφέρων τις παρανομίες του, έλεγε κλαίοντας· «Ποιος θα μου δώσει ένα μακρυνό τόπο στην έρημο, για να φύγω και να εγκαταλείψω τον λαόν αυτόν;». Προτιμούσε να συγκατοικεί με τα θηρία, που δεν βλάπτουν την ψυχή, παρά με τους συνανθρώπους και να βλάπτεται ψυχικώς απ΄ αυτούς. Αλλά το σπουδαιότερο απ΄ όλα, είναι το ότι ο Κύριος, παρ΄ ότι ήταν ανώτερος από κάθε βλάβη, έφευγε από τα πλήθη, μόλις του εδίδετο η ευκαιρία και έμενε στις ερήμους. Με αυτό ήθελε να δείξει σε εκείνους που έχουν την δυνατότητα να διακρίνουν, πόσο χρήσιμη είναι η ησυχία, αλλά και να βεβαιώσει με κάθε τρόπο, ότι αυτοί που προτιμούν τον μοναστικό και αναχωρητικό βίο, καταστέλλοντες τα πάθη δια της ησυχίας, υπερέχουν εκείνων που εκλέγουν τον γάμον και ζουν μέσα στον κόσμον, έστω και αν διακρίνονται για την σεμνότητα του βίου των.                                                                    
Νείλου Ασκητού, MignePC  79,  1073-1076.      

Δεν υπάρχουν σχόλια: